Τρίτη, Ιουνίου 20, 2006

Τι??? ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ???


20/06/2006
Αγαπητό μου ημερολόγιο,

“Κάνουμε αυτό που πρέπει από φόβο μήπως δεν είμαστε αρεστοί. Οι καιροί είναι πονηροί βλέπεις κι εμείς έχουμε απομακρυνθεί τόσο από την απλότητα ώστε να είναι πλέον αδύνατον να ζήσουμε με το φόβο της μη αποδοχής. Η ιδέα και μόνο ότι κάποιος μπορεί να διαφωνεί, ακόμη χειρότερα, ότι κάποιος μπορεί να θυμώνει με τις πράξεις ή τα λόγια μας προκαλεί μέσα μας αυτόματα το αίσθημα του τρόμου. Αναρωτιόμαστε από τι θα πεθάνουμε και δεν καταλαβαίνουμε ότι πεθαίνουμε λίγο-λίγο, καθημερινά από αυτόν – από τον τρόμο μήπως δεν είμαστε αυτό που περιμένουν οι άλλοι να είμαστε. Η προσωπική επιθυμία για έναν εαυτό της επιλογής μας είναι πλέον ιδεατή κατάσταση. Βρίσκει εφαρμογή μόνο σε σχήματα λόγου που φτιάχνουμε όταν βρισκόμαστε σε ασφαλές περιβάλλον – ανάμεσα σε ανθρώπους που εκπέμπουν ή πιστεύουμε πως εκπέμπουν στο ίδιο μήκος κύματος. Ώσπου κάτι να συμβεί και να ανακαλύψουμε ότι τελικά ήμασταν λιγότερο ίδιοι απ’ ότι νομίζαμε – κάποιες φορές μάλιστα τόσο διαφορετικοί ώστε να φτάνουμε να μετανιώσουμε για όσα μοιραστήκαμε. Τι; Δεν σου έχει συμβεί; Ας γελάσω…” (aderfi.blogspot.com)

Ok, δεν είναι η πρώτη φορά που διαβάζω μια άποψη που να με καλύπτει απόλυτα. Είναι η χρονική στιγμή στην οποία εμφανίζεται η παραπάνω παράγραφος μπροστά μου που με προβληματίζει. Τα γεγονότα γύρω μου δεν θα μπορούσαν να περιγραφούν με κανέναν άλλο τρόπο τόσο σύντομα και περιεκτικά. Α πα πα, δεν είναι τυχαίο. Για μένα το γράψανε. Είναι σημάδι απ’ το Θεό. (Δηλαδή τη Θεά, εμένα.) Όχι, δεν μπορεί…μμμ… αν το στέλνει το υποσυνείδητό μου στο συνειδητό μου?… μπα, αφού το βλέπω, καλέ, άλλος το γράφει ( και μάλιστα κάποιος που μου ξέφυγε και δεν του έχω κλαφτεί ακόμη για το συγκεκριμένο ζήτημα). Τελικά μπορεί να συμβαίνει σε όλους. Απλά.
Πάντως, είναι σχεδόν τρομακτικό να χάνω έτσι τη μοναδικότητά μου. Μόνο εγώ μπορώ να καταφέρω το να μην ταιριάζω/ μοιάζω σε κανέναν, μη έχοντας παράλληλα οτιδήποτε μοναδικό. Δεν τολμάω να σχολιάσω καν.
Το τραγικότερο όλων, ωστόσο, δεν είναι η φρικτή επιβεβαίωση πως όλοι οι άνθρωποι – ή σχεδόν όλοι – παγιδεύονται στην ίδια ακριβώς πλάνη, σε ό,τι αφορά τη σχέση τους με τους γύρω τους, γεγονός που σημαίνει πως ΑΝ υπάρχουν άλλα όντα που να σκέφτονται με τρόπο να θυμίζει τον δικό μου / σας, αυτά είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Το τραγικότερο όλων είναι πως η πρώτη σκέψη που κατέβασε το ευφυές μυαλουδάκι μου καθώς διάβαζα το κείμενο ήταν το αισιόδοξο πλην αφελές : «I knew you were from my planet!!!…»
Συμπέρασμα: η κατάστασή μου αποδείχτηκε ανεπίδεκτη οιασδήποτε βελτίωσης.

Τρίτη, Ιουνίου 13, 2006

Ma pauvre vie asexuelle...


13/06/2006
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Χθες το βράδυ αποφάσισα ότι από εδώ και μπρος θα είμαι asexual. Μπήκα και στο σύλλογο των ανά τη γη συμπασχόντων και γράφτηκα! Γιου χου!
Για να είμαι ειλικρινής, δεν μου αρέσει και πολύ σαν ορολογία, γιατί μου δημιουργεί περίεργους συνειρμούς για ποικίλες κατηγορίες περιθωριακών ανθρώπων, τις οποίες το τόσο μέτριο, συντηρητικό, μεσοαστικό μυαλό μου μπορεί μεν να αποδέχεται, αρνείται ωστόσο να υιοθετήσει οποιαδήποτε εκ των απόψεών τους. Λίγο πολύ, είναι όπως η σχέση μου με τους οργανικούς αποικοδομητές: παρά τον αναγνωρισμένα σημαντικότατο ρόλο τους στην τροφική αλυσίδα είμαι πιο ευτυχισμένη όταν δεν τους βλέπω μέσα στο σπίτι μου. Ας ζήσουν στην εξοχή, μακριά…
Asexual είσαι λέει όταν ερωτεύεσαι, κάνεις σχέσεις, είσαι σούπερ κοινωνικός (αυτό το τελευταίο δεν είναι και απαραίτητο…), σε ελκύουν- κατά μία έννοια- άτομα του άλλου (ή και του ίδιου) φύλου, ενδεχομένως να σου αρέσει και σωματικά η διαδικασία, αλλά δεν καίγεσαι να κάνεις και σεξ με το καλημέρα σας. Δηλαδή, αν δεν τρελαίνεσαι να κάνεις σεξ ή το θεωρείς και ολίγον τι δευτερεύον κάποιες φορές, είσαι asexual. Αχ, τι καλά! Κι εγώ νόμιζα ότι έχω πρόβλημα που δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί όλοι οι υπόλοιποι θεωρούν το σεξ έναν καλό λόγο για να σηκωθούν από το κρεβάτι τους το πρωί. Σημειωτέον δε, ότι δεν αναφερόμεθα στο σεξ με την ευρεία έννοια. Μιλάμε για το σεξ σεξ. Το κανονικό.
Αχ, δεν ξέρω… από χθες το βράδυ αισθάνομαι έτσι… πώς να το πω…ανώτερος άνθρωπος. Ας πούμε, σαν τον Δαλάι Λάμα. Σαν το Χριστό κι εγώ… asexuelle! Όχι, αγάπη μου, που γελάς, δεν στράφηκα ξαφνικά στο θείο… αλλά πολύ χαίρομαι που ξέρω κι άλλους! Κι άλλους τίποτας. Αυτή είναι η λέξη: ΤΙΠΟΤΑΣ. Ο τίποτας, πληθυντικός οι τίποτας.
Εμείς οι τίποτας λοιπόν, είμαστε η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Επίσης, στο σύλλογο ήταν και κάτι ανήλικα παιδάκια που παραπονιόντουσαν όλα που τους έφτυσε ο/η γκόμενος/α, που χωρίσανε η μαμάκα και ο μπαμπακούλης, που έχουν ακμή και που δεν τους παίζουν τα παιδάκια στο σχολείο… ΛΕΣ????
Μπα… αφού εγώ, αγάπη μου, είμαι θεά…

Παρασκευή, Ιουνίου 09, 2006

Once upon a time...



26/1/2002
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Είμαι μόνη μου – και πάλι, και τώρα ξέρω πως δεν με πειράζει. Έχει αρχίσει να μ’ αρέσει.
Moonlight Sonata, ωραίο φεγγάρι με καθαρό ουρανό και τον Ωρίωνα στη θέση του. Οι φλόγες χορεύουν μαζί και δίνουν ζωή σε ό,τι κοιμόταν εδώ μέσα. Αυτά που έχουν ψυχή ξαναγεννιούνται, μιλάνε, στροβιλίζονται σαν μπαλαρίνες μεθυσμένες από φως και έρωτα. Οι σκιές γλιστράνε αργά, αλλά απότομα σε χρώματα, μνήμες και κύματα ακούγονται παντού γύρω μου. Ταξίδια, ιστορίες και παραμύθια γεννιούνται και μετά πεθαίνουν. Η πένα σιγομουρμουρίζει πάνω σε κρύα πόδια και ζεστά δωμάτια. Σύννεφα πάνω στη γη ζωγραφίζουν με τα δικά τους χέρια και μάτια και όλα μαζί περιπλέκονται όμορφα, αρμονικά σ’ έναν κόσμο μαγικό, ονειρεμένο. Η φαντασία γίνεται πραγματικότητα και η πραγματικότητα αέρας. Όλα έχουν νόημα, ακόμη κι αν ξέρω ότι τίποτα δεν έχει σκοπό. Χρώματα και φώτα, φωνές, μυρίζουν τα πάντα ένα άρωμα μοναδικό, άρωμα ευτυχίας. Άπιαστο, μα υπαρκτό, αληθινό όσο και απίστευτο. Το ξύλο γίνεται πέτρα κι αυτή ζει ιστορίες, αισθάνεται με τη σειρά της, κλαίει και γελάει, γεννάει, δημιουργεί. Τα δάχτυλα χαϊδεύουν ένα πιάνο, γρήγορα, αέρινα, ολοκληρωτικά, όλα υπάρχουν και είναι τέλεια. Ένα τραγούδι λένε όλα μαζί, όσο ζουν το θαύμα μας. Υπάρχουν κι αυτά, μαζί κι εγώ, γιατί από αυτά είμαι.
Οι ρυθμοί πέφτουν ξανά για να ανεβούν και πάλι. Παρασέρνουν το μυαλό μου σε μια λίμνη μαγεμένη, κρυστάλλινη, παγιδευμένη και αποφασισμένη να μείνει στο χθες και το αύριο αιώνια, ήσυχη και γαλήνια. Μυστήρια, νεράιδες και ξωτικά κρύβει στα βάθη της κι ένα σπαθί κρυμμένο στα σπλάχνα της. Κοιτάζει, περιμένει και κυριαρχεί. Ησυχία παντού, όταν είσαι μακριά. Το κάθε δέντρο, το κάθε πουλί, το κάθε μικρό πετραδάκι ψιθυρίζει το δικό του σκοπό, σιγανά όσο ποτέ και δυνατά όπως το χάος. Κι όλα μαζί μια σιωπή. Οι νύμφες απλώνουν τα πέπλα τους, χορεύοντας στο μαγεμένο τοπίο, που το λούζει η κόρη του χρόνου. Όλα χαμογελούν και δάκρυα κρύβονται σε κάθε μάτι, σε κάθε φωνή, σε κάθε άρωμα. Τα κρύσταλλα πέφτουν με φόρα προς την κρύα γη, που άλλα τα διώχνει και άλλα τα αγκαλιάζει. Όλα πονάνε και όλα σωπαίνουν. Όλα φαίνονται ψεύτικα, είναι όμως για πρώτη φορά αληθινά. Τι κόσμος!
Μια φωτιά ξεκινάει σιγά, από ψηλά και ήσυχα φτάνει στα βάθη. Τα ηφαίστεια την πετάνε ψηλά, μακριά κι εκείνη αγκαλιάζει ξανά το παραμύθι. Οι νεράιδες χορεύουν τώρα σαν τρελές, δαιμονισμένες θαρρείς, γελάνε όμως, φωνάζουν και τα γέλια τους αντηχούν σε όλες τις χαράδρες των βουνών. Τα πάντα σηκώνονται ψηλά και στροβιλίζονται ξανά, ανακατεμένα. Θεριά και δέντρα, βασίλισσες και σκακιέρες κοροϊδεύουν πετώντας τα πουλιά, τα νερά σταματάνε και ξεκουράζονται. Γελάνε κι αυτά με τα παιχνίδια των τριών αδερφών. Αυτές τρελαίνονται, χορεύουν, χτυπιούνται μόνες τους κι ανακατεύουν τα μακριά μαλλιά τους. Οι θεοί τις παρακαλούν γονατιστοί, αλλά θέλουν κι αυτοί να παίξουν. Όλα είναι τόσο χρωματιστά, πορτοκαλί και κόκκινα… Τα δωμάτια είναι μπλε κι ο χρόνος μπερδεμένος αναζητά το μίτο για να βγει από το λαβύρινθό τους. Η μεγάλη όμως, τον έχει κόψει και δεν μπορεί ο ευτυχής να κερδίσει το παιχνίδι. Γελωτοποιός αυτός του βασιλείου, θυμώνει και παίζει χωρίς να θέλει το ρόλο που του έδωσαν οι άλλοι. Χαμογελά λυπημένος, που είναι ο μόνος χαμένος του παιχνιδιού. Το μυστικό είναι ασφαλές, γιατί το ξέρουν όλοι. Πρέπει απλά να θέλεις να το κρατήσεις μυστικό.
Ξαφνικά φυσάει και κάνει και πάλι κρύο. Δεν πειράζει όμως, όλοι είχαν κουραστεί. Όλοι, εκτός από τη λίμνη. Εκείνη δεν ξέχασε ποτέ τις αλήθειες που έπρεπε να φυλάξει. Είναι εκεί και πάλι ήρεμη, ενώ το δάσος κοιμάται. Τα μάτια κλείνουνε και οι σιωπές απλώνονται ξανά στην κοιλάδα του παραμυθιού. Κάποιος έρχεται. Σσσσς…